- Λεπτομέρειες
-
Κατηγορία: Συναυλίες
-
Δημοσιεύθηκε : Τρίτη, 13 Μαρτίου 2012 10:22
Σκοτεινά παραμύθια με απόκοσμους ήρωες, εμπνευσμένους από τις ταινίες του Tim Burton, και επιβλητική μουσική από μία από τις πιο αξιόλογες ελληνικές καλλιτεχνικές ομάδες, τους Dirty Granny Tales. Με heavy metal ήχους και πολλές επιρροές, από διάφορα μουσικά είδη, και με μία από τις καλύτερες σκηνοθεσίες στο είδος τους, είδαμε μία πολύ καλή παράσταση που μας ταξίδεψε στους πιο εντυπωσιακούς ακουστικούς εφιάλτες, στο καινούριο Principal, στην Αποθήκη του Μύλου.
Ότι και να γράψει κάποιος για την συγκεκριμένη παράσταση και για το είδος που εκπροσωπούν οι Dirty Granny Tales θα είναι λίγο. Κανένα κείμενο δε μπορεί να περιγράψει τις μελωδίες, τις εικόνες και τη θεατρικότητα που παρακολουθεί κάποιος σε μία παράσταση του συγκροτήματος. Με πλήκτρα, drums, ακουστικές κιθάρες και ακουστικό μπάσο, με ατμοσφαιρικά φωνητικά, με χορευτές, κουκλοθέατρο και animation, μας διηγήθηκαν μία ιστορία, ένα παραμύθι. Την τελευταία τους δουλειά, το “Rejection”, με κομμάτια από όλη τη δισκογραφική τους δουλειά, που αποτελείται από τρία albums . Εμπνευσμένο από τη ζωή του κατά συρροή δολοφόνου Ed Gein, εκτυλίσσεται στον κόσμο των νεκρών. Είναι η ιστορία ενός ανθρώπου με στερημένη παιδική ηλικία, λόγω της αυταρχικής του μητέρας, και τη μετατροπή του σε ένα αποκρουστικό πλάσμα. Η απόρριψη του από τους ανθρώπους τον οδηγεί σε μία σειρά φόνων και, εν τέλει, στην εκτέλεση του. Η αντιμετώπιση που έχει από τις άλλες ψυχές και η απόρριψη ή η αποδοχή του από αυτές, είναι το κεντρικό θέμα της εν λόγω παράστασης, με αποκορύφωση και τέλος της ιστορίας, την επιστροφή του στον κόσμο των ζωντανών ως στοιχειό.
Η εξιστόρηση των παραπάνω γίνεται με τη μουσική, τους στίχους, τα performance, τα χορευτικά, το κουκλοθέατρο και τα animation. Μία πλούσια γκάμα μέσων έκφρασης, που συνδυάζονται επί σκηνής και δίνουν το πρωτότυπο και εντυπωσιακό αποτέλεσμα που έχει κάθε εμφάνιση του σχήματος. Το πρωτεύον και το βοηθητικό μέσον εναλλάσσονταν σε όλη τη διάρκεια της παράστασης. Χορευτικά και animation συμπλήρωναν την ιστορία που διηγούνταν οι στίχοι και η μουσική. Επιβλητικές μουσικές και λυρικοί στίχοι συμπλήρωναν την ιστορία που αφηγούνταν οι performers και τα animation. Κουκλοθέατρο που αφηγείται μία ιστορία που συμπληρώνεται από χορευτές και animation, με μία ωραία μουσική υπόκρουση. Αυτή η συνεχής εναλλαγή του κύριου μέσου αφήγησης, μαζί με την ατμόσφαιρα της παράστασης, δεν σου επέτρεπε να αποσπάσεις στιγμή την προσοχή σου. Χαρακτηριστική είναι η απόλυτη σιγή που επικρατούσε στην γεμάτη αίθουσα κατά τη διάρκεια των τραγουδιών. Τέτοια προσήλωση κοινού είναι συνηθισμένη μόνο σε θεατρικές παραστάσεις. Δεν είναι όμως, κατά τη γνώμη μου, πολύ μακρυά από το θέατρο το είδος παραστάσεων του σχήματος.

Η σκοτεινή και επιβλητική ατμόσφαιρα της παράστασης ήταν βασικό στοιχείο της επιτυχίας της. Τα heavy metal στοιχεία της μουσικής και η ιδιαίτερη χροιά του τραγουδιστή, σε συνδυασμό με brutal φωνητικά, όπου το επιτάσσει η ιστορία, καταφέρνουν να δημιουργήσουν την απαιτούμενη αίσθηση, ώστε να επιτευχθεί ο στόχος αυτός. Από τον πολύ καλά σχεδιασμένο φωτισμό μέχρι το βάψιμο (σαν μεταμφίεση από τη μεξικάνικη ημέρα των νεκρών) και την κινησιολογία των μουσικών του συγκροτήματος, κατάφεραν και μας έβαλαν από την αρχή στο κλίμα του κάτω κόσμου. Σε μία άδεια σκηνή, με μία κουρτίνα να παίζει το ρόλο της οθόνης για τον projector και τους τέσσερις μουσικούς ακροβολισμένους στις γωνίες της σκηνής, είδαμε να εκτυλίσσεται αυτό το παραμύθι της “βρώμικης γιαγιάς”. Ο φωτισμός έκρυβε ή εμφάνιζε χαρακτήρες, τόνιζε χαρακτηριστικά τους ή έδιωχνε την προσοχή μας από άλλα, βοηθώντας και στη δημιουργία της ατμόσφαιρας της ιστορίας αλλά και στην καλύτερη αφήγηση της ιστορίας. Τα κουστούμια και οι κούκλες, καλοσχεδιασμένα και με πολύ φαντασία, κατάφερναν να παρουσιάσουν τον κάθε χαρακτήρα της ιστορίας με πολύ γλαφυρότητα, ξεπερνώντας τους περιορισμούς που υπάρχουν σε μία ζωντανή παράσταση χωρίς ειδικά εφέ υψηλής τεχνολογίας. Όμως δε θα είχαν την τόσο καλή εκφραστικότητα και αφηγηματική ικανότητα που είδαμε χωρίς τα, τόσο καλά σκηνοθετημένα, φωτιστικά εφέ. Όλα τα παραπάνω έκαναν την παρουσία σκηνικών περιττή.

Με λίγες φράσεις από την οθόνη ακολουθούμενες από animation, παράλληλα με την μουσική, γινόταν η εισαγωγή σε κάθε κομμάτι της ιστορίας. Οι χορευτές ή οι performer γέμιζαν τη σκηνή, ή άρχιζαν να φαίνονται και να αφηγούνται ή να συμπληρώνουν το κάθε κομμάτι της ιστορίας. Είδαμε κούκλες να ζωντανεύουν, ένα ζωντανό δέντρο με έναν κρεμασμένο, ένα τρικέφαλο πλάσμα από τον κόσμο των νεκρών, ένα πλάσμα που τρώει τους νεκρούς, ένα κοριτσάκι χαμένο και φοβισμένο και πολλούς άλλους χαρακτήρες. Κάθε μουσικό κομμάτι και μία ιστορία που προωθεί την πλοκή του παραμυθιού, με τους χαρακτήρες, είτε χορευτή είτε κούκλα, και τα animation αναπόσπαστο κομμάτι της. Σαν ένα ψηφιδωτό στο οποίο προσθέτει και ένα μέρος, ώστε στο τέλος να αποκαλυφθεί η συνολική εικόνα. Τόσα ερεθίσματα και τόσα στοιχεία πάνω στη σκηνή που στο τέλος σου μένει η εντύπωση ότι μία φορά δεν φτάνει για να τα δεις και να τα καταλάβεις.
Εν κατακλείδι, ήταν μία πολύ ωραία, έξω από τα συνηθισμένα, παράσταση. Ένα αισθητικό πανδαιμόνιο που μας καθήλωσε για πάνω από μία ώρα και που λυπηθήκαμε όταν τελείωσε. Ένα έργο με πολλά επίπεδα και πολύ προσεγμένο σχεδιασμό, σε έναν ωραίο χώρο που βοηθούσε στο καλό συνολικό αποτέλεσμα. Περιμένουμε λοιπόν την επόμενη φορά που θα το παρουσιάσουν, για να το απολαύσουμε ξανά! Σε όποιον θέλει να το παρακολουθήσει, προτείνεται ανεπιφύλακτα. Καλή θα ήταν όμως μία κάποια προετοιμασία, σχετικά με την ιστορία, για την καλύτερη και αρτιότερη κατανόηση του συνόλου του έργου.
Δημήτρης Σταυρόπουλος
Φωτογραφίες : Χριστίνα Κεχαγιά