"Σερσέ Λα Φαμ" ο τίτλος της παράστασης και η ιστορία της έκφρασης έχει ως εξής: είναι γαλλική (cherchez la femme) και σημαίνει αναζητήστε την γυναίκα. Αναφέρεται σε συμπεριφορές ανθρώπων περίεργες ή σε γεγονότα και καταστάσεις πιο έντονα, που αιτία τους είναι η εμπλοκή της γυναίκας, η οποία με τη σειρά της δεν κατανομάζεται, αλλά υπονοείται. Αλλά χρησιμοποιείται επίσης για λόγους σκοπιμότητας πολλές φορές, για να δηλώσει πιο έντονα τον ρόλο της γυναίκας ως καλή συντρόφου, συζύγου. Ο όρος χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στο λογοντεχνικό κείμενο από τον Αλέξανδρο Δούμα, 'Οι Μοϊκανοί των Παρισίων' το 1984.
Ωστόσο ο δικός μας Βασίλης Τσιτσάνης, που τίμησε πάρα πολύ μέσα από τους στίχους του και τη μουσική του την γυναίκα, έγραψε ένα πολύ γνωστό σε όλους μας τραγούδι. Το πρωτοτραγούδησε η Ελένη Λαμπίρη και οι στίχοι της ίσως σας θυμίσουν κάτι :
Κι αν γυρίζουμε ξενύχτηδες τα βράδια, κι αν ρομάντζες τραγουδάμε στα σκοτάδια, κι αν τα νιάτα μας τα κάναμε ρημάδια, και με πόνο τα ποτήρια μας ρουφάμ, Σερσέ λα φαμ, σερσέ λα φαμ.
Καταλαβαίνετε λοιπόν γιατί “Γυναίκες τραγουδούν Τσιτσάνη”. Σπουδαία ονόματα του ελληνικού πενταγράμμου θα πλαισίωναν με την μοναδική ερμηνεία τους τη συναυλία αυτή. Φωτεινή Βελεσιώτου, Πίτσα Παπαδοπούλου, Μελίνα Ασλανίδου, οι οποίες μαζί με την Ορχήστρα της Εταιρείας Βασίλη Τσιτσάνη, που αποτελείται από εξαίρετους “δασκάλους” του είδους, θα μας ταξίδευαν πίσω στο χρόνο.
Κόσμος όλων των ηλικιών περίμενε από πολύ νωρίς για να ανοίξουν οι πόρτες. Πιστεύω πραγματικά πως από την ώρα κατά την οποία ξεκίνησε το soundcheck, όλοι μας αγωνιούσαμε για το τι θα δούμε και κυρίως τι θα ακούσουμε σε αυτή την παράσταση. Όπως και να το κάνεις δεν συμβαίνει συχνά να διοργανώνονται τέτοιες μουσικές βραδιές, ειδικότερα στην φτωχομάνα Θεσσαλονίκη, για την οποία θα αρχίσω πραγματικά να πιστεύω πως όντως τρώει τα παιδιά της. Είναι απαραίτητο να παρουσιάζονται συχνότερα τέτοια δρώμενα θεματικά, προκειμένου να μαθαίνουν οι νέοι και για να θυμούνται οι παλιοί.
Η παράσταση ξεκίνησε με δύο ορχηστρικά του Τσιτσάνη, το Ταυταλιανό (1939) και το Πικραμένο αγόρι (1948), καθώς ακολούθησαν οι τρεις κυρίες και τραγούδησαν το ομότιτλο τραγούδι όλοι μαζί, “Σερσέ λα φαμ”. Ο κόσμος από την αρχή αγκάλιασε με θέρμη και σιγοτραγουδούσε παρέα με την ορχήστρα. Δεν θα μπορούσε να γίνει και αλλιώς κατά τη γνώμη μου.
Η Φωτεινή Βελεσιώτου μας τραγουδά με την χαρακτηριστική της φωνή “Να γιατί περνώ” , “Γκιουλ Μπαχάρ”, “Τι σήμερα, τι αύριο”, και πραγματικά όταν την ακούς απλά ριγείς και σε πιάνει ένα συναίσθημα που είναι σαν να σου λέει «έβγα ψυχή μου έξω και πες τα μας όλα». Η Βελεσιώτου κάθε φορά που θα την δεις live σου αποπνέει αυτήν την οικειότητα και την απλότητα του «λαϊκού παιδιού». Είναι σαν να κάθεσαι σπίτι σου και να ακούς από τον καφενέ κάτω μια γυναίκα απλή, καθημερινή, να τραγουδά για ότι νιώθει, κομμάτια που όλοι ξέρουμε και αγαπήσαμε, όπως τον “Απόκληρο”, “Τα Λιμάνια”, “Στα Πέριξ”. Είναι η Φωτεινή, που θα πας να της σφίξεις το χέρι για της δώσεις τα εύσημα και αυτή με ένα χαμόγελο θα σε ευχαριστήσει και θα σου πει “άντε φυγε μωρέ από εδώ”.
H Πίτσα Παπαδοπούλου όταν βγήκε περιττό να σας πω ότι αποθεώθηκε, γιατί όπως και να το κάνεις, το βάθος της φωνής της δεν συγκρίνεται. Τα “Ξένα χέρια” είναι να το ακούς και να κάθεσαι προσοχή, που λέει ο λόγος. Απίστευτη ερμηνεία! Από τις λίγες, που όχι απλά τα καταφέρνουν, αλλά παραμένουν στο ύψος της ιστορίας και της φήμης τους. Όταν δε τραγούδησε το “Συννεφιασμένη Κυριακή”, φαινόταν η απόλαυση και η χαρά που ένιωθε και έπαιρνε από το κοινό. Όλοι μαζί σιγοτραγουδούσαμε κι αυτή εκεί πάνω να μας δίνει τον ρυθμό και να μας γνέφει χαρακτηριστικά. Ερμήνευσε κάποια στιγμή το ”Γεννήθηκα για να πονώ”, τραγούδι που πρωτοτραγούδησε η Μαρίκα Νίνου με τον Τσιτσάνη (1935), και μας καθήλωσε με την χροιά της αλλά και τα συναισθήματα που εξέφραζε. Ομολογουμένως επάξια κατέχει τέτοια θέση στο ελληνικό καλλιτεχνικό στερέωμα.
Ο χώρος της Μονής Λαζαριστών ήταν γεμάτος και το κοινό καθ' όλη τη διάρκεια δεν σταμάτησε να χτυπά παλαμάκια και να χειροκροτά από ευχαρίστηση. Τα σφυρίγματα δίνανε και παίρνανε, η μπύρα έρεε, και το κέφι όλοενα και γινόταν πιο έντονο. Η Μελίνα Ασλανίδου νεότερη στο χώρο, φρέσκια, με διάθεση μας τραγουδά “Αργοσβήνεις μόνη”, “Γιατί με ξύνπησες”, “Μη μου ξαναφύγεις πια μάγκα μου”, καταθέτοντας το δικό της κομμάτι ψυχής. Ξέρετε κάποια σχήματα στήνονται από καλλιτέχνες και είναι ρίσκο αν θα δέσουν ή όχι επί σκηνής. Αυτό που είδαμε όλοι όσοι ήμασταν εκεί χθες ήταν πολύ όμορφο και το αποτέλεσμα αδιαμφισβήτητα εξαιρετικό. Η χημεία των τριών κυριών διαφαινόταν σε όλη την παράσταση. Την Μελίνα Ασλανίδου περίμενουμε να τη δούμε και στη συναυλία που θα δώσει σε λίγες μέρες και στο στρατόπεδο Κόδρα.
Φυσικά χωρίς ορχήστρα δεν πας πουθενά. Τα εύσημα πρέπει και επιβάλλεται να τα καταθέσουμε για τους εξαίρετους και πολυτάλαντους μουσικούς της Εταιρείας Τσιτσάνη. Όλοι τους είναι γνωστοί στα πέριξ της Θεσσαλονίκης κι όχι μόνο. Ο Δημήτρης Σφίγγος όπως πάντα σκεπτικός και συνοφρυωμένος όταν παίζει την κιθάρα του, ο Λάκης Χαλκιάς απερίγραπτα ατάραχος και ψύχραιμος με τις πενιές του στο μπουζούκι, ο Δημήτρης Τσιοχλάς στο ακορντεόν, ο Μιλτιάδης Τσαλιγόπουλος στο μπάσο, ο Νίκος Ορδουλίδης στο πιάνο και την ενορχήστρωση, όλοι τους εξαιρετικοί και αλάνθαστοι. Περιμένουμε να δούμε κι άλλες παραστάσεις τους οσονούπω... Στην καλλιτεχνική επιμέλεια τα credits τα παίρνει ο Στάθης Παχίδης, ο οποίος μάλιστα προλόγισε την συναυλία, σημειώνοντας τους χαιρετισμούς των παιδιών του Βασίλη Τσιτσάνη.